Όμως σιγά-σιγά ο Καραγκιόζης ριζώνει στον ελληνικό χώρο και εξελληνίζεται. Καθαρίζεται εντελώς από το χυδαίο στοιχείο. Δημιουργεί τύπους μέσ' απ' το ελληνικό περιβάλλον της εποχής και η παρουσία του στην Ελλάδα μπορεί να σηματοδοτηθεί από τρεις περιόδους:
Α) Περίοδος 1850-1880,
Δεν έχει πάρει οριστικά την ελληνική του μορφή.
Β) Περίοδος 1880-1910,
Η ακμή του Καραγκιόζη, που αρχίζει στην Πελοπόννησο, κυρίως στην Πάτρα, με το μεγάλο καραγκιοζοπαίχτη Δημήτριο Σαρδούνη ή Μίμαρο. Αυτός ήταν ένα καταπληκτικό ταλέντο, μίμος θαυμάσιος, άριστος σχεδιαστής, τραγουδιστής και καλλίφωνος.
Ήξερε αρκετά γράμματα και ήτανε και ψάλτης στην εκκλησία. Έπλασε καινούργιους χαρακτήρες , όπως τον σιορ-Διονύσιο ,τοποθέτησε την παράγκα και το σεράι ,αριστερά και δεξιά αντίστοιχα και δημιούργησε πρώτος ιστορικά έργα, σταματώντας παράλληλα και τους χυδαίους διαλόγους .
Τα πασίγνωστα έργα με τον Καραγκιόζη ,Γιατρό ,Φούρναρη ,Λοχία είναι έργα του Μίμαρου ,όπως και τα ιστορικά ,καπετάν Γκρης ,Κατσαντώνης ,Χριστιανομάχος κλπ.
Ο μαθητής του Γιάννης Ρούλιας από το Καρπενήσι, ξεκινώντας από μια ιδέα του Μίμαρου, έπλασε το κοσμαγάπητο και γνήσια ελληνικό πρόσωπο του Μπαρμπαγιώργου.
Γ) Περίοδος 1910-1940.
Αυτή, όπως είπαν, είναι η εποχή, αν όχι της μεγάλης δημιουργίας, πάντως της μεγάλης τελειότητας. Εδώ κυριαρχεί ο περίφημος καραγκιοζοπαίχτης Αντώνης Παπούλιας ή Μόλλας, που δοξάστηκε όσο κανένας άλλος στο είδος του. Ήταν ένα έμφυτο ταλέντο γεννημένο μέσα στις φτωχογειτονιές της Αθήνας, που έμαθε την τέχνη παρακολουθώντας κρυφά τους καραγκιοζοπαίχτες της εποχής του.Ήταν βοηθός του Ρούλια και μια μέρα ,σε ηλικία γύρω στα 17 , πρότεινε στον Ρούλια, που ήταν άρρωστος, να τον αντικαταστήσει. Και τότε φανερώθηκε ένας καινούργιος δημιουργός.
Ο Μόλλας έπλασε δικά του πρόσωπα, τον Σαναλέμε, τον Πεπόνια, τον Ομορφονιό. Για να ανταποκριθεί στις νέες απαιτήσεις του κοινού, που είχε αρχίσει να επηρεάζεται απ' τον κινηματογράφο, έκανε καινοτομίες στα σκηνικά, προσθέτοντας αεροπλάνα, αυτοκίνητα κ.ά. Τις φιγούρες δεν τις σχεδίαζε ο ίδιος και χρησιμοποιούσε άλλους και για τα τραγούδια, αλλά ήταν σπουδαίος μίμος κι άφησε όνομα. Ήταν ωστόσο ο πρώτος που τύπωσε κείμενα του Καραγκιόζη και μ' αυτό τον τρόπο αρχίζει η τυποποίηση και η απομάκρυνση από την προφορική παράδοση, που είναι η ουσία αυτού του λαϊκού θεάτρου.
Πάρα πολλοί άλλοι καραγκιοζοπαίχτες είναι γνωστοί από τις 2 αυτές τελευταίες εποχές του ελληνικού Καραγκιόζη, όπως ο Μάρκος Ξάνθος από την Κρήτη και ο Κώστας Μάνος από το Άργος. Από τους τελευταίους, ξεχωρίζουμε τον Χρίστο Χαρίδημο, και την οικογένεια των Σπαθάρηδων (ο πατέρας Σωτήρης και ο γιος του Ευγένιος).
Κύρια γνωρίσματα: Πρώτα-πρώτα ο χώρος. Όσες καινοτομίες κι αν προστέθηκαν κατά καιρούς, τα δύο βασικά σημεία απ' όπου ξεκινάει η δράση πάνω στον μπερντέ είναι δεξιά το σαράι του πασά, μεγαλόπρεπο και πολυστολισμένο και αριστερά η ετοιμόρροπη καλύβα του Καραγκιόζη. Μ' αυτόν τον τρόπο μας δίνεται όλο το κοινωνικό πλάτος ανάμεσα στον ισχυρό που αντιπροσωπεύει τη δύναμη, τον πλούτο, την εξουσία και στον πιο αδύναμο, κακομοιριασμένο πολίτη του κράτους.
Έτσι μπαίνει πίσω από το πανί ολόκληρος ο ελληνικός χώρος με τους τοπικούς του τύπους, τα γλωσσικά του ιδιώματα-ακόμα και την καθαρεύουσα, που θα έπρεπε να μας ξαφνιάζει σε κείμενα του λαϊκού λόγου. Αλλά ο Καραγκιόζης δεν γεννιέται μέσα στην αγροτική κοινωνία σαν το δημοτικό τραγούδι, παρά σε μια κοινωνία καινούργια (της πόλης), της οποίας η καθαρεύουσα είναι το σύμβολο της κοινωνικής ανόδου.
Κοινοποιήστε το στο Facebook
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου